Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Archive for 22 Φεβρουαρίου 2011

[…] Τον εγνώρισα τέλος και προσωπικά. Τον εγνώρισα σ’ ένα λαμπρό –τουλάχιστον τότε– και, υπηρεσιακώς, σχεδόν ανεξάρτητο, Παράρτημα του Υπουργείου της Προνοίας στην οδό Κοραή, μέσα σ΄ευρύχωρο κι αξιοπρεπέστατο γραφείο, με χαλιά, με καλοριφέρ, με καινούργια έπιπλα, με πέτσινες πολυθρόνες –κι εκείνος μόλις είχε γυρίσει από τη χειμωνιάτικη Ευρώπη, άψογα ντυμένος –όπως πάντα, άλλωστε– υπάλληλος με πολύ καλή θέση, πρόθυμος και περιποιητικός, τουλάχιστον στο φαινόμενο, ομιλητικός και συνετός. Ήταν μάλλον κοντόσωμος, του έλειπε κάποιος αέρας, κάποια άνεση· τα μάτια του έπαιζαν, ανήσυχα και άστατα. Το στόμα και το πηγούνι ήσαν χαρακτηριστικά βαρυθυμίας. Μα κατά τα λοιπά, σχεδόν τίποτε πάνω δεν έδειχνε κάτι το ιδιόρρυθμο ή το αποκαλυπτικό. Όσο για την ομιλία του, ήταν από τις λίγες τίμιες, στρωτές ομιλίες: ανεπιτήδευτη, κανονική, διαφωτιστική –και απλή. Το γέλιο του, μόνον αυτό δεν ήταν τόσον απλό. Ο Καρυωτάκης γελούσε συχνά, δηλαδή μάλλον χαμογελούσε συχνά· μα, παράξενο πράγμα! Ακριβώς αυτό το χαμόγελο ήταν το μόνο που φανέρωνε όλη του την πικρία! Χαμογελούσε, μπορεί να πη κανείς, μόνο με το μισό πρόσωπο. Τ’ άλλο μισό έμενε όπως και πριν. Κι έτσι, η φυσιογνωμία του γινόταν, θαρρείς, ακανόνιστη, διχασμένη, δισυπόστατη. Και κατέβαζεν αμέσως τα μάτια κάτω, σα να ‘κανε αμαρτία.

Ως την ημέρα του θανάτου του, ολίγες φορές είχαμε ξανασυναντηθεί, τις περισσότερες στην οδό Σταδίου. Ο Καρυωτάκης, ο ίδιος πάντα. Φορούσε τάχα την προσωπίδα του κοινωνικού ανθρώπου; Με ανεχόταν; Ίσως. Αφ’ ότου διάβασα τις Ελεγείες και Σάτιρες, αυτό πιστεύω. Μιλούσαμε πάντα σοβαρά. Ποτέ αστεία. Μα και ποτέ για τίποτε το πιο θερμό, το πιο οραματικό. Η τελευταία φορά, ήταν που τον είδα να ψάχνει μόνος του στα ράφια της Εθνικής Βιβλιοθήκης, ζητώντας να βρει λατινικά ρητά για την προμετωπίδα του βιβλίου του. Έπειτα έμαθα πως αυτοκτόνησε στην Πρέβεζα, όπου για λίγο διάστημα τον είχαν μεταθέσει. […]

Ποιήματα και πεζά
Επιμέλεια: Γ. Π. Σαββίδης

Read Full Post »